Από πού πήραν το όνομά τους τα μεταφορικά μέσα
Ας δούμε τώρα από πού πήραν το όνομά τους τα κυριότερα μεταφορικά μέσα:
Άμαξα-αμάξι:
ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ
ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΑΣ
Ανελκυστήρας ή ανυψωτήρας ονομάζεται κάθε εγκατάσταση που χρησιμοποιείται για την ανύψωση βαρών, προσώπων ή πραγμάτων. Σήμερα έχει επικρατήσει ο γαλλικός όρος ασανσέρ (από το λατινικό ρήμα ascedere που σημαίνει ανεβαίνω ,στα αγγλικά έχουμε το elevator που σημαίνει κάτι παρόμοιο)για τον ανελκυστήρα ή ανυψωτήρα που χρησιμοποιείται στα πολυώροφα κτίρια.
Η ιδέα για χρησιμοποίηση τέτοιας εγκατάστασης ξεκινάει από πολύ παλιά. Ήδη από το 236 π.Χ., όπως αναφέρει ο Ρωμαίος αρχιτέκτονας Βιτρούβιος, υπήρχαν διάφορα παρόμοια συστήματα σε βασιλικά ανάκτορα. Ο πρώτος ανελκυστήρας τοποθετήθηκε στις Βερσαλλίες για χάρη του Λουδοβίκου ΙΔ' της Γαλλίας.
Κατά τον Μεσαίωνα οι ανελκυστήρες ήταν πρωτόγονοι, αποτελούνταν από σχοινιά με γάντζο και ένα καλάθι ή δίχτυ (παρόμοιος υπήρξε μέχρι τελευταία στα Μετέωρα).
Το 17ο αιώνα ο Γάλλος Βελαγέ εφηύρε ένα σύστημα ανελκυστήρα με χρησιμοποίηση αντίβαρου. Στις αρχές του 18ου αιώνα κατασκευάστηκαν οι πρώτοι υδραυλικοί ανελκυστήρες στην Αγγλία. Το 1835 κατασκευάστηκε ο πρώτος μηχανικός ανελκυστήρας πάλι στην Αγγλία, που θεωρείται σαν ο πρόδρομος των σημερινών.
Στις ΗΠΑ κατασκευάστηκε το 1850 ο πρώτος ανελκυστήρας με ατμό, που τελειοποιήθηκε το 1852 από τον Έλισα Ότις. Ο πρώτος ηλεκτρικός ανελκυστήρας κατασκευάστηκε το 1880 στη Γερμανία από το βιομήχανο εφευρέτη Βέρνερ φον Ζίμενς (Siemens).
Από τότε ακολούθησαν πάρα πολλές τελειοποιήσεις, ιδίως σε ότι αφορά την ασφάλεια του συστήματος. Έτσι γενικεύτηκε η χρήση τους, δίνοντας τη δυνατότητα να κατασκευαστούν πολυώροφα κτίρια και ουρανοξύστες.
Σήμερα υπάρχουν πάρα πολλές και ποικίλες μορφές ανελκυστήρων ανάλογες με τις διάφορες μορφές χρήσης τους.
ΠΟΔΗΛΑΤΟ
ΤΡΕΝΟ
Η λέξη "τραμ" (tram) είναι σκοτσέζικης προέλευσης και αναφέρεται αντίστοιχα σε έναν τύπο οχήματος που χρησιμοποιείται στα ανθρακωρυχεία.Πιθανότατα όμως, να προέρχεται από τη Μέση Φλαμανδική trame ("δέσμη, να χειριστεί ένα ύψωμα, σκαλί»). Η ταυτόσημη λέξη la trame με την έννοια «τραβέρσα» χρησιμοποιείται επίσης στη γαλλική γλώσσα. Οι ετυμολόγοι πιστεύουν ότι η λέξη tram αναφέρεται σε ξύλινα δοκάρια των σιδηροδρομικών γραμμών που είχαν αρχικά, πριν από τα πιο ανθεκτικά χαλύβδινα κομμάτια.Ο όρος tram-car βεβαιώνεται από το 1873.
Αν και οι όροι tram και tramway έχουν υιοθετηθεί από πολλές γλώσσες, δεν χρησιμοποιούνται παγκοσμίως στα αγγλικά. Οι Βορειοαμερικανοί προτιμούν τις ονομασίες τραμ, τρόλεϊ, ή trolleycar. Ο όρος τραμ για πρώτη φορά καταγράφηκε το 1840, και αναφέρθηκε αρχικά στο ιππήλατο. Όταν ήρθε η ηλεκτροδότηση, οι Αμερικανοί άρχισαν να μιλούν για trolleycars και αργότερα για "καρότσια" (trolleys). Ο εναλλακτικός όρος τρόλεϊ της Βόρειας Αμερικής μπορεί, μιλώντας αυστηρά, να θεωρείται λανθασμένος, καθώς ο όρος αυτός μπορεί επίσης να εφαρμοστεί στο τελεφερίκ.
Με την πάροδο του χρόνου, ο όρος τρόλεϊ έχει πέσει σε άτυπη χρήση, και μπορεί να εφαρμοστεί χαλαρά σε μια ευρεία ποικιλία των διαφορετικών τύπων οχημάτων και συνδέεται συχνά με τουριστικά ή ταξίδια αναψυχής. Στη Βόρεια Αμερική, τα επαγγελματικά ή επίσημα έγγραφα χρησιμοποιούν γενικά πιο ακριβείς εναλλακτικούς όρους, όπως streetcar ή light rail vehicle (LRV).
Αν και η χρήση του όρου τρόλεϊ για το τραμ δεν εγκρίθηκε στην Ευρώπη, ο όρος συνδέθηκε αργότερα με το τρόλεϊ, ένα λεωφορείο το οποίο καταναλώνει ισχύ από ζεύγος εναέριων καλωδίων. Αυτά τα ηλεκτρικά λεωφορεία, τα οποία χρησιμοποιούν μονούς πόλους τρόλεϊ, ονομάζονται επίσης trackless trolleys (κυρίως στις βορειοανατολικές ΗΠΑ), ή μερικές φορές απλά τρόλεϊ στο Σιάτλ και το Βανκούβερ, όπως και στον υπόλοιπο κόσμο.
ΤΡΟΛΕΪ
Τρόλεϊ ή τρόλλεϊ ονομάζεται ο ειδικός ρευματολήπτης μετακινούμενου ηλεκτροκινητήρα που σύρεται σε ηλεκτροφόρο γυμνό σύρμα. Κατ' επέκταση τα ηλεκτροκίνητα μέσα που λειτουργούν εξ ανάγκης με τέτοιας μορφής ρευματολήπτες ονομάσθηκαν ομοίως «τρόλεϊ μπας» ή κοινώς τρόλεϊ.
Το όχημα τρόλεϊ είναι ουσιαστικά ένα ηλεκτρικό λεωφορείο. Η τροφοδοσία με ηλεκτρικό ρεύμα δεν γίνεται με κάποια μπαταρία, αλλά από δύο «κεραίες» που είναι τοποθετημένες στην οροφή του και συνδέονται με ηλεκτρικό δίκτυο, το οποίο είναι τοποθετημένο κατά μήκος των προεπιλεγμένων διαδρομών.
Τα τρόλεϊ είναι ιδιαίτερα φιλικά προς το περιβάλλον, καθώς χρησιμοποιούν μόνο ηλεκτρικό ρεύμα με αποτέλεσμα να μην ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα. Βέβαια η φιλικότητά τους προς το περιβάλλον εξαρτάται και από τον τρόπο παραγωγής του ρεύματος το οποίο καταναλώνουν. Το θετικό όμως είναι ότι δεν συμβάλλουν στη ρύπανση του ήδη επιβαρυμένου από το φωτοχημικό νέφος αστικού περιβάλλοντος. Από την άλλη, ως μέσο σταθερής τροχιάς και μάλιστα όχι αυτόνομης, είναι σχετικά αργό. Η κίνηση του τρόλεϊ είναι ευάλωτη τόσο σε εμπόδια που μπορεί να βρεθούν στον δρόμο του, τα οποία ακινητοποιούν όλα τα τρόλεϊ της ίδιας γραμμής που επέρχονται, όσο και από τις αδυναμίες του ίδιου του ηλεκτρικού δικτύου από το οποίο τροφοδοτείται. Στα σύγχρονα τρόλεϊ όμως, αυτά τα αρνητικά στοιχεία έχουν ξεπεραστεί δεδομένου ότι εκτός του ηλεκτρικού, διαθέτουν & 2ο κινητήρα που λειτουργεί επί το πλείστον με ντίζελ & έτσι σε περίπτωση εμποδίου π.χ. συγκέντρωσης ή πορείας, μπορούν να λειτουργήσουν ως λεωφορεία εκτελώντας το δρομολόγιο από διαφορετικούς δρόμους.
ΜΕΤΡΟ
Το Μετρό ή Μητροπολιτικός Σιδηρόδρομος είναι ένα σιδηροδρομικό σύστημα μαζικής μεταφοράς των μεγαλουπόλεων. Η λέξη είναι ελληνικής προέλευσης (αντιδάνειο: μετρό <γαλλικά métro < chemin de fer métropolitain < ελλ. μητροπολιτικός σιδηρόδρομος) και χρησιμοποιήθηκε το 1900 στο Παρίσι για πρώτη φορά σε σχέση με σιδηρόδρομο (Métro de Paris). Κατά μέσον όρο, το μετρό μπορεί να εκτείνεται σε ακτίνα 25 χιλιομέτρων από το κέντρο της πόλης.
ΤΕΛΕΦΕΡΙΚ
Το εναέριο Τελεφερίκ (όνομα που προκύπτει από τη γαλλική του ονομασία téléphérique ,δηλαδή μεταφέρω μακριά) είναι ένα σύστημα μεταφοράς το οποίο χρησιμοποιεί βαγόνια τα οποία κρέμονται με τροχούς από ένα ή δύο σταθερά καλώδια στηριγμένα σε πυλώνες, ενώ ένα τρίτο καλώδιο τα κινεί. Τα σταθερά καλώδια λέγονται καλώδια τροχιάς, είναι συνδεδεμένα σταθερά με τους πυλώνες και προσφέρουν την στήριξη στη καμπίνα, ενώ το τρίτο καλώδιο, το οποίο είναι συνδεδεμένο σταθερά με την καμπίνα, προσφέρει την κίνηση, κινούμενο το ίδιο από έναν ηλεκτρικό κινητήρα. Τα τελεφερίκ είναι κατασκευασμένα έτσι ώστε να κινούνται μπρος-πίσω ανάμεσα σε δύο τερματικούς σταθμούς ανάλογα με την φορά που κινείται το καλώδιο κίνησης.
Υπάρχουν διάφοροι τύποι τελεφερίκ. Ένας τύπος είναι τα τελεφερίκ που αποτελούνται από αυτοκινούμενα βαγόνια, όπου κάθε βαγόνι έχει δικό του ηλεκτροκινητήρα. Άλλος τύπος είναι τα τελεφερίκ αποτελούμενα από βαγόνια που κινούνται αντίθετα, σε δυο κατευθύνσεις, έτσι ώστε όταν το ένα ανεβαίνει το άλλο κατεβαίνει. Σε αυτό τον τύπο, τα βαγόνια συναντιούνται πάντα στη μέση της διαδρομής.
ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ
Το αεροπλάνο είναι μηχανοκίνητο αεροσκάφος σταθερών πτερύγων το οποίο ωθείται μπροστά από έναν κινητήρα αεριώθησης ή έναν έλικα. Υπάρχουν αεροπλάνα σε διάφορα είδη μεγεθών, σχεδίων, και διάταξης πτερύγων. Το ευρύ φάσμα χρήσης των αεροπλάνων περιλαμβάνει την αναψυχή, τη μεταφορά αγαθών και ανθρώπων, τον στρατό και την έρευνα. Η εμπορευματική αεροπορία είναι μια μαζική βιομηχανία που περιλαμβάνει τις πτήσεις δεκάδων χιλιάδων επιβατών καθημερινά από τις αεροπορικές εταιρείες. Τα περισσότερα αεροπλάνα καθοδηγούνται από έναν κυβερνήτη, αλλά υπάρχουν και μερικά τα οποία ελέγχονται εξ αποστάσεως ή μέσω υπολογιστή.
Η πρώτη μαρτυρία για τη λέξη είναι στα Αγγλικά, στα τέλη του 19ου αιώνα (πριν από την πρώτη μηχανική πτήση), με τη λέξη airplane, όπως και aeroplane, που προέρχεται από τη Γαλλική λέξη aéroplane, η οποία με τη σειρά της πηγάζει από την Ελληνική λέξη ἀήρ, («αέρας») και είτε από τη Λατινική λέξη planus, («επίπεδο»), ή την Ελληνική λέξη πλάνος («περιπλάνηση»). Η λέξη « Aéroplane » αναφερόταν αρχικά μόνο στο φτερό, καθώς είναι ένα επίπεδο που κινείται στον αέρα. Ως ένα παράδειγμα συνεκδοχής, η λέξη για το φτερό κατέληξε να αναφέρεται σε ολόκληρο το αεροσκάφος.
Σε Ηνωμένες Πολιτείες και Καναδά, ο όρος "airplane" χρησιμοποιείται για τα μηχανοκίνητα αεροσκάφη σταθερών πτερύγων. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις χώρες της Κοινοπολιτείας, ο όρος "aeroplane" είναι αυτός που χρησιμοποιείται συνήθως για τα αεροσκάφη αυτά.
ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟ
Ελικόπτερο (έλιξ + πτερόν) ονομάζεται το αεροσκάφος το οποίο, για την ανύψωσή του από το έδαφος και τη διατήρησή του σε πτήση, χρησιμοποιεί ένα ή περισσότερα οριζόντια (ή σχεδόν οριζόντια) στροφεία (έλικες). Οι κύριες διαφορές του από το αεροπλάνο είναι ότι αφ' ενός το μέσο που παρέχει την άντωση είναι κινούμενο (τα πτερύγια του στροφείου), σε αντίθεση με το αεροπλάνο που έχει σταθερά πτερύγια, και αφ' ετέρου ότι για την ανύψωσή και πτήση του δεν απαιτείται οριζόντια κίνηση, όπως στην πλειονότητα των αεροπλάνων. Έχει, επίσης τη δυνατότητα να κινείται προς κάθε κατεύθυνση, σε αντίθεση με το αεροπλάνο που κινείται μόνο προς τα εμπρός, και ακόμα μπορεί να αιωρείται (σχεδόν) ακίνητο στον αέρα. Οι ιδιότητές του αυτές το καθιστούν αναντικατάστατο ως μέσο εναέριας μεταφοράς σε περιορισμένους χώρους όπου η δυνατότητα ελιγμών είναι μικρή σε απομακρυσμένους τόπους όπου η κατασκευή αεροδρομίων δεν είναι εφικτή.
FERRY BOAT
Σύνθετη λέξη από το Ferry+boat
FERRY:Παλαιά αγγλικά ferian "μεταφέρω" (στα όψιμα παλιά αγγλικά, ειδικά πάνω από το νερό), από το πρωτο-γερμανικό *farjan "to ferry" (πηγή επίσης της παλιάς φρισικής feria "carry, transport," Old Norse ferja "περνώ απέναντι, γοτθικό farjan "ταξιδεύω με βάρκα"), από PIE root *per- (2) "να μπαίνω μπροστά."
BOAT :"μικρό ανοιχτό σκάφος (μικρότερο από ένα πλοίο) που χρησιμοποιείται για να διασχίζει ύδατα, προωθείται από κουπιά, πανί ή (αργότερα) μια μηχανή," μεσαίας αγγλικής γλώσσας bot, από την παλαιά αγγλική bat, από το πρωτο-γερμανικό *bait- (πηγή επίσης του Old Norse batr, Dutch boot, German Boot),
Το γαλλικό bateau "boat" είναι από τα παλιά αγγλικά ή τα νορβηγικά. Το ισπανικό batel, το ιταλικό battello, το μεσαιωνικό λατινικό batellus επίσης πιθανότατα είναι από τις γερμανικές γλώσσες.
CATAMARAN
Σχεδία με κορμό των Ανατολικών Ινδιών, δεκαετία του 1670, από τα Χίντι ή τα Μαλαγιαλάμ, από τα Ταμίλ (δραβιδικά) kattu-maram «δεμένο ξύλο», από το kattu «δέσιμο, δέσιμο» + maram «ξύλο, δέντρο». Χρησιμοποιήθηκε επίσης στις Δυτικές Ινδίες και τη Νότια Αμερική.
HOVERCRAFT-ΑΕΡΟΣΤΡΩΜΝΟ
Σύνθετη λέξη από το hover+craft
HOVER΅: "παραμένω αιωρούμενος στον αέρα". επίσης γενικά, "να επιπλέει, να ανέβει στην επιφάνεια"
CRAFT:μικρό σκάφος
DRONE
Μεσαιωνικά αγγλικά drane, drone, "αρσενική μέλισσα," από την παλαιά αγγλική dran, dræn, από την πρωτο-γερμανική *dran- (πηγή επίσης της μέσης ολλανδικής drane; της παλαιάς ανώτερης γερμανικής treno; γερμανικής Drohne, η οποία είναι από τη Μέση Κάτω Γερμανική drone), πιθανώς μιμητικό (σύγκρινε λιθουανικά tranni, ελληνικό thronax "a drone"). Η έννοια "αεροσκάφος χωρίς πιλότο κατευθυνόμενο με τηλεχειρισμό" είναι από το 1946.
Τα drones, όπως ονομάζονται τα ραδιοελεγχόμενα σκάφη, έχουν πολλές δυνατότητες, πολιτικές και στρατιωτικές. Κάποια μέρα τεράστια μητρικά πλοία μπορεί να καθοδηγούν στόλους αεροπλάνων μεγάλων αποστάσεων που μεταφέρουν φορτίο σε ηπείρους και ωκεανούς. Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη μεγάλου βεληνεκούς οπλισμένα με ατομικές βόμβες θα μπορούσαν να πετάξουν συνοδεύοντας μητρικά πλοία στους στόχους τους και για τέλεια χτυπήματα. [Popular Science, Νοέμβριος 1946]
Η έννοια "ένας βαθύς, συνεχής ήχος βουητού" είναι από γ. 1500, προφανώς ανεξάρτητος μιμητικός σχηματισμός (συγκρίνετε θρηνωδία). Η έννοια "μπάσο της γκάιντας" είναι από τη δεκαετία του 1590.
ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
https://www.etymonline.com/
https://www.wikipedia.org/
https://en.wiktionary.org/