Τι είναι μουσικό είδος
Ένα μουσικό είδος είναι μια σύμβαση για την περιγραφή, καταγραφή και ταξινόμηση έργων μουσικής και μουσικών ή συνθετών. Μεταξύ των στοιχείων που καθορίζουν ένα είδος μουσικής συγκαταλέγονται το ύφος, η τεχνοτροπία, η σύνθεση των συνόλων που εκτελούν το έργο και λοιπά.
Ας δούμε από πού πήραν το όνομά τους τα είδη της μουσικής :
ΕΙΔΗ ΜΟΥΣΙΚΗΣ |
ΔΙΕΘΝΗ ΕΙΔΗ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
- ΡΟΚ
Ο όρος ροκ στη μουσική, χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα είδη που προέκυψαν από την εξέλιξη του είδους του rock and roll. Η μουσική ροκ (rock) στο σύνολό της, αποτελεί ένα είδος δημοφιλούς μουσικής που χαρακτηρίζεται συνήθως από έντονο ρυθμό και από ευδιάκριτη, χαρακτηριστική μελωδία φωνητικών η οποία συνοδεύεται συνήθως από ηλεκτρικές κιθάρες, ηλεκτρικό μπάσο και ντραμς. Πολλές φορές χρησιμοποιούνται και πληκτροφόρα όργανα, όπως πιάνο ή συνθεσάιζερ.
Εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην Αμερική και είχε ως βάση την τεχνοτροπία του Rhythm and Blues και το ρυθμό του rock and roll των αφροαμερικάνικων κοινοτήτων των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς και το rockabilly, που ουσιαστικά ήταν η έκφραση των λευκών μέσω των προαναφερθέντων ειδών αφροαμερικανικής προέλευσης. Συνεισφορά στον ήχο που πρωτοχαρακτηρίστηκε ροκ, θεωρείται ότι είχε και η country μουσική. Αυτή, είχε στοιχεία μπλουζ και βασιζόταν στα παραδοσιακά είδη μουσικής των κατοίκων των ΗΠΑ και ήταν πολύ δημοφιλής, κυρίως μεταξύ των λευκών και στο Νότο.
- ΚΑΛΑΣΣΙΚΗ
Με τον όρο κλασική μουσική αναφέρεται ευρύτερα η δυτικοευρωπαϊκή μουσική παραγωγή που εκτείνεται σε μία αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο, περίπου από το έτος 470 μ.Χ. μέχρι και τη σύγχρονη εποχή.
Το επίθετο «κλασικός» προέρχεται από τη λατινική λέξη -classicus, σηματοδοτεί δηλαδή κάτι εξαιρετικό. Διάφοροι ορισμοί συνδέουν τον όρο με την ελληνική και λατινική αρχαιότητα, ως «συμμόρφωση του ύφους ή της σύνθεσης με τα πρότυπα της ελληνικής και λατινικής αρχαιότητας» (Oxford English Dictionary). Οι ορισμοί αυτοί μεταφέρθηκαν στην μουσική για να δηλώσουν περισσότερο την διάκριση μεταξύ της «έντεχνης» μουσικής από την λαϊκή ή παραδοσιακή. Η έννοια της κλασικής μουσικής, παρέπεμπε επομένως σε μία «ανώτερη» μορφή μουσικής σύνθεσης, με «σοβαρούς» σκοπούς και πέρα από τον ψυχαγωγικό χαρακτήρα.
Ο όρος «Κλασική Σχολή» χρησιμοποιήθηκε αργότερα στη Γερμανία το 1830 για το έργο των Χάυντν, Μότσαρτ και Μπετόβεν.
- ΜΠΛΟΥΖ-BLUES
Με τον όρο μπλουζ (αγγλικά: blues) είναι το φωνητικό και οργανικό μουσικό ιδίωμα που εκφράζεται με «μπλου» νότες (blue notes ή πεσμένες νότες) δηλαδή μια μπλουζ κλίμακα, συνήθως πεντατονική, με υφέσεις στην 3η και 7η νότα της, ενώ χρησιμοποιούνται συχνά επαναλαμβανόμενα μοτίβα, συνήθως δωδεκάμετρης μορφής. Γεννήθηκε στις αφροαμερικανικές κοινότητες των Η.Π.Α. ως ανάμειξη στοιχείων με αφρικανικές ρίζες, εκκλησιαστική μουσική, ύμνους του εμφυλίου πολέμου κ.ά. μουσικά ιδιώματα. Το μπλουζ επηρέασε σε σημαντικό βαθμό την παλιότερη, (σπιρίτσουαλς και γκόσπελ), και νεότερη αμερικανική και δυτικοευρωπαϊκή μουσική και συνδέθηκε με άλλα είδη όπως το ράγκταϊμ, η τζαζ, το ρυθμ εντ μπλουζ (rhythm and blues(R&B)) το ροκ εντ ρολ (rock and roll), το χιπ χοπ, την ποπ μουσική κ.ά.Η λέξη blue στα αγγλικά, εκτός από το μπλε χρώμα, σημαίνει την κακή ψυχική διάθεση.
Οι αιώνες που ακολούθησαν την ανακάλυψη της Αμερικής, στιγματίστηκαν από το εκτεταμένο δουλεμπόριο Αφρικανών σκλάβων. Οι συνθήκες μεταφοράς ήταν άθλιες και πολλοί από αυτούς πέθαιναν στο ταξίδι. Όσοι επιζούσαν τους περίμενε η μεγάλη περιπέτεια της ζωής τους. Υπήρχε μεγάλη ανάγκη από εργατικό δυναμικό ώστε οι αχανείς εκτάσεις, ιδίως του Αμερικανικού Νότου, να καταστούν καλλιεργήσιμες και προσοδοφόρες. Αυτοί οι Αφρικανοί σκλάβοι εργάζονταν από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου, ενώ η μεταχείρισή τους δεν ήταν ανθρώπινη αφού δεν θεωρούνταν «κανονικοί» άνθρωποι. Είχαν μεταφέρει, γραμμένα ανεξίτηλα στη μνήμη τους, τις μουσικές και τους χορούς της πατρίδας τους. Έτσι, στα πλαίσια της πρώτης πολυεθνικής κοινωνίας που δημιουργούνταν τότε, τον 17ο-19ο αιώνα στο Νότο των ΗΠΑ, οι νέγροι είχαν κάθε δίκιο να νιώθουν πεσμένη την ψυχική τους διάθεση. Η λέξη blue, συνήθως στον πληθυντικό blues, στα ελληνικά ίσως καλύτερα να αποδίδεται ως «τα χάλια», «έχω τις μαύρες μου».
- ΤΖΑΖ
Η τζαζ είναι ένα μουσικό είδος που αποτέλεσε εξέλιξη της λαϊκής αμερικανικής μουσικής κατά τον 19ο αιώνα, με αφρικανικές καταβολές. Περιλαμβάνει αρκετά μουσικά είδη που στηρίχτηκαν σε ένα κοινό σκεπτικό κατασκευής, τον μερικό ή και ολικό αυτοσχεδιασμό. Γνώρισε σημαντική ανάπτυξη και διεθνή αναγνωρισιμότητα κατά τη δεκαετία του 1920Η ετυμολογία της λέξης τζαζ παραμένει ανεξιχνίαστη παρόλο που κατά καιρούς επικράτησαν διάφορες γνώμες. Σύμφωνα με μια εκδοχή, η τζαζ πήρε το όνομά της από τον χορευτή Τζάζμπο Μπράουν ενώ μια άλλη υποστηρίζει πως η ονομασία τζαζ προέρχεται από τη συντόμευση του ονόματος κάποιου μουσικού Τσάρλς (Charles, chas, jass, jazz) ή Τζάσπερ.
Λέγεται, επίσης, ότι η λέξη τζαζ σχηματίστηκε από το γαλλικό ρήμα jaser (οι λευκοί της Νέας Ορλεάνης μιλούσαν τότε γαλλικά) που σημαίνει φλυαρώ, επειδή η φλυαρία υπονοεί τον αυτοσχεδιασμό..
- κάντρι
Η κάντρι ή κάντρυ (αγγλ. country, ελλ. επαρχιώτικη) είναι είδος αμερικάνικης λαϊκής μουσικής που ξεκίνησε από τις αγροτικές περιοχές των νοτίων Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στη δεκαετία του 1920. Οι ρίζες της βρίσκονται στην παραδοσιακή μουσική της Ιρλανδίας, Σκωτίας και Αγγλίας. Η κάντρι αποτελείται συχνά από μπαλάντες και χορευτικά κομμάτια με γενικά απλές φόρμες και αρμονίες, σε ρυθμό 2/4 ή 4/4, που ως επί το πλείστον συνοδεύονται από έγχορδα όργανα όπως το μπάντζο, η ακουστική ή ηλεκτρική κιθάρα, το βιολί και η φυσαρμόνικα.
Ο όρος «κάντρι» απέκτησε δημοτικότητα στη δεκαετία του 1940 κατά τη διάρκεια της οποίας ο όρος αυτός προτιμήθηκε του προηγουμένου «χιλμπίλι» (hillbilly) που χρησιμοποιείται ενίοτε υποτιμητικά. Σήμερα, με τον όρο κάντρι περιγράφονται πολλά διαφορετικά στυλ. Το 2009 η κάντρι ήταν το πιο δημοφιλές είδος μουσικής κατά τη βραδυνή ραδιοφωνική ώρα αιχμής και το δεύτερο πιο δημοφιλές κατά την πρωινή ραδιοφωνική ώρα αιχμής στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της κάντρι είναι ο Τζίμι Ρότζερς (Jimmie Rodgers), ο οποίος υπήρξε από τους πρωτεργάτες του είδους, η Πάτσυ Μοντάνα (Patsy Montana), η πρώτη γυναίκα μουσικός της κάντρι που πούλησε 1 εκατομμύριο δίσκους, ο Τζόνι Κας (Johnny Cash), ένας από τους πιο σημαίνοντες και δημοφιλείς τραγουδιστές της κάντρι όλων των εποχών, και η Ντότι Γουέστ (Dottie West) μια από τις πιο πρωτοπόρες αλλά και αμφιλεγόμενες γυναίκες τραγουδοποιούς του είδους.
- rhythm and blues
Το rhythm and blues (, ριθμ εντ μπλουζ), γνωστό περισσότερο με τις συντμήσεις R&B ή RnB, είναι δημοφιλές είδος αφροαμερικάνικης μουσικής που ανάγεται στη δεκαετία του 1940. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τις δισκογραφικές εταιρίες για να περιγράψει ηχογραφήσεις που απευθύνονταν στο αστικό αφροαμερικανικό αγοραστικό κοινό. Το 1930 αντικατέστησε τον ρατσιστικό όρο race music (φυλετική μουσική).
Επίσης ο όρος rhythm and blues χρησιμοποιήθηκε από το Billboard για τις λίστες των μουσικών τσαρτς από τον Ιούνιο του 1949 μέχρι τον Αύγουστο του 1969,οπότε και τα Hot Rhythm & Blues Singles τσαρτ μετονομάστηκαν σε Best Selling Soul Single
- ΧΙΠ-ΧΟΠ
Η μουσική Χιπ χοπ είναι μουσικό είδος που σχηματίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής τη δεκαετία του '70 που αποτελείται από μια στυλιζαρισμένη ρυθμική μουσική, μια ρυθμική και ομοιοκατάληκτη ομιλία που ψάλλεται. Αναπτύχθηκε σαν μέρος της κουλτούρας Χιπ χοπ, μια υποκουλτούρα που καθορίζεται από τέσσερα βασικά υφολογικά στοιχεία: MCing, DJing, Break Dance και Γκράφιτι. Άλλα στοιχεία περιλαμβάνουν τη δειγματοληψία (ή τα Πλήκτρα), και το Beatboxing.
Ο όρος hip hop ετυμολογικά βγαίνει από τις λέξεις hip, η οποία στην
αφροαμερικάνικη διάλεκτο σημαίνει γνώστης και hop που σημαίνει αναπήδηση.
Η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε ο όρος, τουλάχιστον σε γραπτό κείμενο, ήταν
στο πρώτο άρθρο του Steven Hager στην εφημερίδα The Village Voice.
Ο όρος ροκ στη μουσική, χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα είδη που προέκυψαν από την εξέλιξη του είδους του rock and roll. Η μουσική ροκ (rock) στο σύνολό της, αποτελεί ένα είδος δημοφιλούς μουσικής που χαρακτηρίζεται συνήθως από έντονο ρυθμό και από ευδιάκριτη, χαρακτηριστική μελωδία φωνητικών η οποία συνοδεύεται συνήθως από ηλεκτρικές κιθάρες, ηλεκτρικό μπάσο και ντραμς. Πολλές φορές χρησιμοποιούνται και πληκτροφόρα όργανα, όπως πιάνο ή συνθεσάιζερ.
Εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην Αμερική και είχε ως βάση την τεχνοτροπία του Rhythm and Blues και το ρυθμό του rock and roll των αφροαμερικάνικων κοινοτήτων των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς και το rockabilly, που ουσιαστικά ήταν η έκφραση των λευκών μέσω των προαναφερθέντων ειδών αφροαμερικανικής προέλευσης. Συνεισφορά στον ήχο που πρωτοχαρακτηρίστηκε ροκ, θεωρείται ότι είχε και η country μουσική. Αυτή, είχε στοιχεία μπλουζ και βασιζόταν στα παραδοσιακά είδη μουσικής των κατοίκων των ΗΠΑ και ήταν πολύ δημοφιλής, κυρίως μεταξύ των λευκών και στο Νότο.
Με τον όρο κλασική μουσική αναφέρεται ευρύτερα η δυτικοευρωπαϊκή μουσική παραγωγή που εκτείνεται σε μία αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο, περίπου από το έτος 470 μ.Χ. μέχρι και τη σύγχρονη εποχή.
Το επίθετο «κλασικός» προέρχεται από τη λατινική λέξη -classicus, σηματοδοτεί δηλαδή κάτι εξαιρετικό. Διάφοροι ορισμοί συνδέουν τον όρο με την ελληνική και λατινική αρχαιότητα, ως «συμμόρφωση του ύφους ή της σύνθεσης με τα πρότυπα της ελληνικής και λατινικής αρχαιότητας» (Oxford English Dictionary). Οι ορισμοί αυτοί μεταφέρθηκαν στην μουσική για να δηλώσουν περισσότερο την διάκριση μεταξύ της «έντεχνης» μουσικής από την λαϊκή ή παραδοσιακή. Η έννοια της κλασικής μουσικής, παρέπεμπε επομένως σε μία «ανώτερη» μορφή μουσικής σύνθεσης, με «σοβαρούς» σκοπούς και πέρα από τον ψυχαγωγικό χαρακτήρα.
Ο όρος «Κλασική Σχολή» χρησιμοποιήθηκε αργότερα στη Γερμανία το 1830 για το έργο των Χάυντν, Μότσαρτ και Μπετόβεν.
Η λέξη blue στα αγγλικά, εκτός από το μπλε χρώμα, σημαίνει την κακή ψυχική διάθεση.
Οι αιώνες που ακολούθησαν την ανακάλυψη της Αμερικής, στιγματίστηκαν από το εκτεταμένο δουλεμπόριο Αφρικανών σκλάβων. Οι συνθήκες μεταφοράς ήταν άθλιες και πολλοί από αυτούς πέθαιναν στο ταξίδι. Όσοι επιζούσαν τους περίμενε η μεγάλη περιπέτεια της ζωής τους. Υπήρχε μεγάλη ανάγκη από εργατικό δυναμικό ώστε οι αχανείς εκτάσεις, ιδίως του Αμερικανικού Νότου, να καταστούν καλλιεργήσιμες και προσοδοφόρες. Αυτοί οι Αφρικανοί σκλάβοι εργάζονταν από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου, ενώ η μεταχείρισή τους δεν ήταν ανθρώπινη αφού δεν θεωρούνταν «κανονικοί» άνθρωποι. Είχαν μεταφέρει, γραμμένα ανεξίτηλα στη μνήμη τους, τις μουσικές και τους χορούς της πατρίδας τους. Έτσι, στα πλαίσια της πρώτης πολυεθνικής κοινωνίας που δημιουργούνταν τότε, τον 17ο-19ο αιώνα στο Νότο των ΗΠΑ, οι νέγροι είχαν κάθε δίκιο να νιώθουν πεσμένη την ψυχική τους διάθεση. Η λέξη blue, συνήθως στον πληθυντικό blues, στα ελληνικά ίσως καλύτερα να αποδίδεται ως «τα χάλια», «έχω τις μαύρες μου».
Η ετυμολογία της λέξης τζαζ παραμένει ανεξιχνίαστη παρόλο που κατά καιρούς επικράτησαν διάφορες γνώμες. Σύμφωνα με μια εκδοχή, η τζαζ πήρε το όνομά της από τον χορευτή Τζάζμπο Μπράουν ενώ μια άλλη υποστηρίζει πως η ονομασία τζαζ προέρχεται από τη συντόμευση του ονόματος κάποιου μουσικού Τσάρλς (Charles, chas, jass, jazz) ή Τζάσπερ.
Λέγεται, επίσης, ότι η λέξη τζαζ σχηματίστηκε από το γαλλικό ρήμα jaser (οι λευκοί της Νέας Ορλεάνης μιλούσαν τότε γαλλικά) που σημαίνει φλυαρώ, επειδή η φλυαρία υπονοεί τον αυτοσχεδιασμό..
Η κάντρι ή κάντρυ (αγγλ. country, ελλ. επαρχιώτικη) είναι είδος αμερικάνικης λαϊκής μουσικής που ξεκίνησε από τις αγροτικές περιοχές των νοτίων Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στη δεκαετία του 1920. Οι ρίζες της βρίσκονται στην παραδοσιακή μουσική της Ιρλανδίας, Σκωτίας και Αγγλίας. Η κάντρι αποτελείται συχνά από μπαλάντες και χορευτικά κομμάτια με γενικά απλές φόρμες και αρμονίες, σε ρυθμό 2/4 ή 4/4, που ως επί το πλείστον συνοδεύονται από έγχορδα όργανα όπως το μπάντζο, η ακουστική ή ηλεκτρική κιθάρα, το βιολί και η φυσαρμόνικα.
Ο όρος «κάντρι» απέκτησε δημοτικότητα στη δεκαετία του 1940 κατά τη διάρκεια της οποίας ο όρος αυτός προτιμήθηκε του προηγουμένου «χιλμπίλι» (hillbilly) που χρησιμοποιείται ενίοτε υποτιμητικά. Σήμερα, με τον όρο κάντρι περιγράφονται πολλά διαφορετικά στυλ. Το 2009 η κάντρι ήταν το πιο δημοφιλές είδος μουσικής κατά τη βραδυνή ραδιοφωνική ώρα αιχμής και το δεύτερο πιο δημοφιλές κατά την πρωινή ραδιοφωνική ώρα αιχμής στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της κάντρι είναι ο Τζίμι Ρότζερς (Jimmie Rodgers), ο οποίος υπήρξε από τους πρωτεργάτες του είδους, η Πάτσυ Μοντάνα (Patsy Montana), η πρώτη γυναίκα μουσικός της κάντρι που πούλησε 1 εκατομμύριο δίσκους, ο Τζόνι Κας (Johnny Cash), ένας από τους πιο σημαίνοντες και δημοφιλείς τραγουδιστές της κάντρι όλων των εποχών, και η Ντότι Γουέστ (Dottie West) μια από τις πιο πρωτοπόρες αλλά και αμφιλεγόμενες γυναίκες τραγουδοποιούς του είδους.
Το rhythm and blues (, ριθμ εντ μπλουζ), γνωστό περισσότερο με τις συντμήσεις R&B ή RnB, είναι δημοφιλές είδος αφροαμερικάνικης μουσικής που ανάγεται στη δεκαετία του 1940. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τις δισκογραφικές εταιρίες για να περιγράψει ηχογραφήσεις που απευθύνονταν στο αστικό αφροαμερικανικό αγοραστικό κοινό. Το 1930 αντικατέστησε τον ρατσιστικό όρο race music (φυλετική μουσική).
Επίσης ο όρος rhythm and blues χρησιμοποιήθηκε από το Billboard για τις λίστες των μουσικών τσαρτς από τον Ιούνιο του 1949 μέχρι τον Αύγουστο του 1969,οπότε και τα Hot Rhythm & Blues Singles τσαρτ μετονομάστηκαν σε Best Selling Soul Single
Η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε ο όρος, τουλάχιστον σε γραπτό κείμενο, ήταν
- ΣΟΟΥΛ
- ΦΑΝΚ
- ΠΑΝΚ
- ΓΚΟΣΠΕΛ
Με τον όρο γκόσπελ (αγγλικά: gospel, ευαγγέλιο) αναφερόμαστε στη μουσική η οποία προήλθε από την παράδοση της εκκλησιαστικής λειτουργίας προτεσταντικών εκκλησιών στην Αμερική, και αναπτύχθηκε γύρω στα 1870, με σαφείς μουσικές επιρροές από τα σπιρίτσουαλς και τα μπλουζ.
Χαρακτηριστικό της μουσικής γκόσπελ είναι οι εκφραστικοί αυτοσχεδιασμοί σε στιλ ρετσιτατίβο (είδος μουσικής απαγγελίας), το μελισματικό τραγούδι και η πληθωρική εκφραστικότητα.
Μέσα στους ναούς, οι πιστοί και οι κήρυκες περιέρχονται σε έκσταση και τραγουδούν, ενώ επιφωνήματα, ευχές και επιδοκιμασίες ακούγονται από το εκκλησίασμα. Οι Πεντηκοστιανές κυρίως εκκλησίες, ακολουθώντας την επιταγή του Ψαλμού 150 της Παλαιάς Διαθήκης "πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον", "εν ψαλτηρίω και κιθάρα", "εν χορδαίς και οργάνω", επέτρεψαν την χρήση μουσικών οργάνων στις εκκλησίες τους, όπως το ντέφι, το πιάνο, το εκκλησιαστικό όργανο, το μπάντζο, η κιθάρα κ.ά.
Λουθηρανικοί χορωδιακοί ύμνοι και ψαλμοί υπήρξαν οι σπουδαιότερες μουσικές εκφράσεις που οι μαύροι αφομοίωσαν και ανέπλασαν. Από εκεί γεννήθηκαν τα σπιρίτσουαλς και τα γκόσπελ ως επέκταση αυτών. Τραγουδισμένα a capella (χωρίς μουσική συνοδεία) ή και με τη βοήθεια μουσικών οργάνων, χορωδίες μέσα στις εκκλησίες, περιπλανώμενοι τραγουδιστές (Μπλάιντ Γουίλι Τζόνσον), σολίστ και των δύο φύλων (Μαχάλια Τζάκσον, Τζέιμς Κλίβελαντ) και ιεροκήρυκες (αιδεσιμώτατος Τζ. M. Γκέιτς) κάνουν συνεχείς αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη και παραλληλίζουν το πεπρωμένο των Εβραίων της Αιγύπτου με εκείνο των μαύρων των HΠΑ.
- ΝΤΙΣΚΟ
Η ραπ (rap) είναι κυρίως αφροαμερικανικό μουσικό είδος που ξεκίνησε να γνωρίζει άνθιση στα τέλη της δεκαετίας του 1970 με το πρώτο επίσημο ραπ τραγούδι "Rapper's Delight" από τους The Sugarhill Gang άλλα πολλοί άλλοι καλλιτέχνες όπως o DJ Kool Herc η ο MC Εριχθόνιος είχαν ασχοληθεί με το συγκεκριμένο είδος μουσικής. Έχει τις ρίζες της στην αφρικανική μουσική την οποίαν έφεραν με τη βίαιη εκδούλευση και μετέπειτα μετακίνηση τους οι μαύροι στην Αμερική.
Επίσης, το Hip Hop το οποίο είναι μια μουσική που υποστηρίζει τη ραπ, εμπεριέχει ψηφιακή δειγματοληψία δηλαδή μουσική και ήχους που δημιουργούνται από άλλες ηχογραφήσεις όπου σ' αυτές συγκαταλέγονται η Ραπ, Deejaying, ζωγραφική, γκράφιτι και BreakDancing.
Πρόκειται για είδος που δίνει έμφαση στους στίχους (ρίμες) και στο περιεχόμενο αυτών και η μουσική συνήθως είναι συνοδευτική και δευτερεύουσας μέριμνας. Οι στίχοι, αυτοσχέδιοι στην καθημερινή έκφραση αλλά επεξεργασμένοι στις παραγωγές, δεν τραγουδιούνται αλλά απαγγέλλονται, ενώ η μουσική δανείζεται στοιχεία από τη σόουλ, τη τζαζ,τη Ριθμ εντ μπλουζ όσο και από άλλα ποικίλα μουσικά ρεύματα.
Ετυμολογικά, οφείλει το όνομά της στο ακρωνύμιο της φράσης Rhythm And Poetry που σημαίνει Ρυθμός και Ποίηση.
- ΤΡΑΠ
0 Σχόλια