Ticker

3/recent/ticker-posts

Από πού πήραν το όνομά τους τα γνωστά μας ζώα

Τα διάφορα ζώα του ζωικού βασιλείου  οφείλουν το όνομά τους σε κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους  πχ τον ήχο που βγάζει -κούκος κτλ.


ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΖΩΟ


Τα ζώα είναι πολυκύτταροι ευκαρυωτικοί οργανισμοί οι οποίοι σχηματίζουν ιδιαίτερο βασίλειο με την επιστημονική ονομασία Animalia(από το λατινικό animale ,αυτό που έχει ψυχή.Αυτό προέρχεται από τη ρίζα της ΠΙΕ *ane που σήμαινε πνέω και μας έδωσε τον άνεμο)
Η λέξη "ζώο" προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη ζῷον που με τη σειρά της παράγεται από το ρήμα ζῶ. (από τη ρίζα PIE *gwei- «ζω» (πηγή και του ελληνικού bios «ζωή»)


 Στην καθημερινή χρήση της καθομιλουμένης, ο όρος «ζώο» χρησιμοποιείται συνήθως -λανθασμένα-για αναφορές μόνο στα μέλη του βασιλείου Ζώα πλην του ανθρώπου. Μερικές φορές, στην καθομιλουμένη εννοούνται μόνο οι πλησιέστεροι συγγενείς των ανθρώπων όπως τα θηλαστικά και άλλα σπονδυλωτά. Στη βιολογία, η λέξη χρησιμοποιείται ως αναφορά σε όλα τα μέλη του βασιλείου Ζώα, και περιλαμβάνει ποικίλους οργανισμούς πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους όπως οι σπόγγοι, οι μέδουσες, τα έντομα και οι άνθρωπο

Ας ξεκινήσουμε το ταξίδι στον κόσμο των ονομάτων τους
ΟΙΚΟΣΙΤΑ ΖΩΑ

ΣΚΥΛΟΣ
Στα αρχαία Ελληνικά λοιπόν, ο σκύλος λεγόταν «Κύων». κύων εκ του κυνέω-κυνῶ=φιλῶ, με την σημερινή έννοια, δηλαδή δίνω φιλί. Το μικρό του κυνός λέγεται σκύλαξ, εξ ου και το σημερινό σκύλος, σκύλα, σκυλάκι. Εκ του σκύλλω/σπαράσσω και σκυλεύω=απογυμνώνω νεκρό εχθρό, αφαιρώ λάφυρα. Σκύλα=λάφυρα. Ο σκύλος πολλές φορές φέρνει «λάφυρα» στο αφεντικό του. 

ΓΑΤΑ
Η ακριβής ετυμολογία της λέξης είναι αβέβαιη, αλλά μπορεί να προέρχεται από τη νουβική λέξη «kadis», δηλαδή η «αγριόγατα». Ο όρος αυτός με τη σειρά του προήλθε ή αποτελεί δάνειο από το ύστερο αιγυπτιακό «čaus» που σημαίνει «αφρικανική γάτα».

ΑΛΟΓΟ

Η λέξη «άλογο» είναι επίθετο που σημαίνει το άνευ λογικής ή λόγου (ομιλίας). Χρησιμοποιήθηκε στο στρατό για να διακρίνει το έμψυχο υλικό σε στρατιώτες και άλογα [ζώα] = ίππους. Ο καθ. Γ. Χατζηδάκις, επεξηγεί σχετικά:

“Για τη λέξη αυτή ειπώθηκε πως δεν μπορεί να σχετιστεί με το αρχαίο επίθετο άλογος γιατί ο ίππος είναι πολύ έξυπνο ζώο και άλλα ζώα όπως το πρόβατο και το βόδι είναι πολύ πιο άλογα από τον ίππο. φαίνεται λοιπόν κατ΄ αρχην παράλογο να χαρακτηρίζεται ο ίππος άμυαλος. Δεν είναι όμως. Γιατί η ονομασία αυτή δόθηκε στον ίππο από ανθρώπους που είχαν στενή σχέση μονό με αυτόν: τους στρατιώτες. Άλογον λοιπόν, κατ΄ αντιδιαστολήν προς τον έλλογο, τον λογικό άνθρωπο. Στη στρατιωτική ζωή γινόταν συχνά λόγος για ανθρώπους και άλογα: «ανάπαυσιν του τε στρατού και των αλόγων”. (Θεοφάνης – Χρονογραφια – 317.17)[279.142]

ΓΑΪΔΑΡΟΣ-ΓΟΜΑΡΙ

γάιδαρος < (κληρονομημένομεσαιωνική ελληνική γαϊδάριον < πιθανόν αραβική غيذار (ghaydhaarάγνωστης ετυμολογίας 
γομάρι < μεσαιωνική ελληνική γομάρι(ο)ν < υποκοριστικό του αρχαίου ελληνικού γόμος (=φόρτωμα) < γέμω

ΖΩΑ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ

ΑΛΕΠΟΥ
αλεπού < (κληρονομημένομεσαιωνική ελληνική ἀλεποῦ / ἀλωποῦ < ελληνιστική κοινή ἀλωπά < αρχαία ελληνική ἀλωπός / ἀλώπηξ

ΛΥΚΟΣ
λύκος < αρχαία ελληνική λύκος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *wĺ̥kʷos «λύκος». Συγγενές με τα σανσκριτικά वृक (vṛ́ka), λατινικά lupusαγγλικά wolf 

ΑΡΚΟΥΔΑ

Άρκτος (επιστ. ονομ.: Ursus, αρσενικό· Άρκτος θηλυκό, αλλά και αρσενικό) είναι το γένος της οικογένειας των Αρκτιδών (Ursidae) (αρκούδες) που περιλαμβάνει τις Καφέ αρκούδες, τις Μαύρες αρκούδες και τις Πολικές αρκούδες. Το όνομα αυτό προέρχεται από τη λατινική λέξη ursus που σημαίνει αρκούδα.

ΦΙΔΙ

φίδι < (κληρονομημένομεσαιωνική ελληνική φίδιν < ελληνιστική κοινή ὀφίδιον < ὀφιίδιον < υποκοριστικό του ὄφις + -ίδιον

ΑΕΤΟΣ

αετός < (κληρονομημένοαρχαία ελληνική ἀετός και αἱετός < ἀίσσω (ορμώ).Η λατινική λέξη aquila για το σημαντικότερο γένος αετών, προέρχεται από το aquilus, που σημαίνει «σκοτεινόχρωμος» και, πιθανόν, σχετίζεται με τον συνηθέστερο χρωματισμό του φτερώματος που είναι σκούρος..

ΓΕΡΑΚΙ.

γεράκι < μεσαιωνική ελληνική γεράκιν < ἱεράκιον < αρχαία ελληνική ἱέραξ Στη καθομιλουμένι το λέμε και σαϊνι

ΚΟΡΑΚΙ

Ο Κόρακας ανήκει στην οικογένεια των κορακιδών, της οποίας και είναι το είδος με τη μεγαλύτερη εξάπλωση, στο γένος Corvus.κόραξ < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *kor- / *ker-
  



ΖΩΑ ΤΗΣ ΖΟΥΓΚΛΑΣ

ΖΕΒΡΑ

ζέβρα < (ορθογραφικό δάνειογαλλική zèbr(e)  + κατάληξη θηλυκού  < πορτογαλική zebra < άγνωστης ετυμολογίας, ίσως από την λατινική equiferus ("άγριο άλογο")[2]

ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ
από το ελληνικό elefas (γεν. elephantos) «ελέφαντας· ελεφαντόδοντο», πιθανώς από μια μη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, πιθανώς μέσω της φοινικικής (σύγκρινε το χαμιτικό elu «elephant», πηγή της λέξης για αυτό σε πολλές σημιτικές γλώσσες, ή πιθανώς από τη σανσκριτική ibhah "ελέφαντας").

ΛΙΟΝΤΑΡΙ

από το ελληνικό leon (γεν. leontos), λέξη από μια μη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, ίσως σημιτική (σύγκρινε εβραϊκά labhi "λιοντάρι", πληθυντικός lebaim, αιγυπτιακά labai, lawai «λιοντάρι»). Τα παλιά αγγλικά είχαν τη λέξη κατευθείαν από τα λατινικά ως leo (αγγλικά lea).

ΥΑΙΝΑ
ύαινα αρχαία ελληνική ὕαινα, └θηλ┘ του ὗς


ΖΩΑ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ


ΚΑΜΗΛΑ

Η επιστημονική ονομασία του γένους, Camelus, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, προέρχεται από ρίζα που χάνεται στα βάθη της ιστορίας, και είναι πολύ δύσκολο να προσδιορισθεί με ακρίβεια. Η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι έχει σημιτική προέλευση και μέσω των κλάδων των Ανατολικών (Ακκαδική), και Βορειοδυτικών γλωσσών (Χαναανική), πέρασε στην αρχαία Ελληνική και τη Λατινική, από όπου τη δανείστηκαν όλες οι σημερινές γλώσσες.

Οι Βαβυλώνιοι και οι Ασσύριοι ήταν οι πρώτοι που αναφέρθηκαν στον όρο gammalu, με τους Εβραίους να αναφέρονται στην παραπλήσια λέξη gâmâl γ(κ)αμάλ, όπως μαρτυρείται στη Βίβλο (π.χ. Γεν. 24: 64, 31:34, κ.α.), αλλά και στον Ησύχιο. Αργότερα, καταγράφεται και η αραβική jimal με τη σημασία του μεταφέρω

  • Η ετυμολογική σημασία της πρωταρχικής λέξης από την οποία προέρχεται ο σημερινός όρος, είναι τόσο μεγάλη, που αποτελεί και τη ρίζα του γράμματος γάμμα (Γ) του ελληνικού αλφαβήτου. Μάλιστα, η αρχική γραφή του Γ μάλλον ήταν σχηματοποιημένη εικόνα του ζώου


ΖΩΑ ΤΩΝ ΠΑΓΩΝ

ΠΙΓΚΟΥΪΝΟΙ
Η λέξη πιγκουίνος μπορεί να προέρχεται από: τα Ισπανικά/ Πορτογαλικά και να σημαίνει «παχύς» ή από την Ουαλική λέξη «pen gwyn», που σημαίνει «λευκό κεφάλι» ή από την Λατινική λέξη «pinguis» που σημαίνει «παχύς» ή από την παράφραση της λέξης 'pin-wing' (pinioned wings) που σημαίνει δεμένα φτερά.

ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

https://www.etymonline.com/

https://www.wikipedia.org/

https://en.wiktionary.org/

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια